- σκανδαλίζομαι
- σκανδαλίζομαι και σκανταλίζομαι, σκανδαλίστηκα και σκανταλίστηκα, σκανδαλισμένος και σκανταλισμένος βλ. πίν. 34
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
σκανδαλίζομαι — σκανδαλίζω cause to stumble pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκανταλίζομαι — σκανδαλίζομαι και σκανταλίζομαι, σκανδαλίστηκα και σκανταλίστηκα, σκανδαλισμένος και σκανταλισμένος βλ. πίν. 34 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ԳԱՅԹԱԳՂԻՄ — (եցայ.) NBH 1 0527 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c ձ. ԳԱՅԹԱԳՂԻՄ որ եւ ԳԱՅԹԱԿՂԵՄ, եցի, չ. σκανδαλίζομαι , προσκόπτω, ὐποσκελίζω scandalizor, labor եւն. Գայթելով գլիլ, գթելով գլորիլ. ընդհարկանիլ ընդ խոչ եւ ընդ խութս, եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)